Η ιστορία της σεξεργασίας ίσως μας δώσει την απάντηση.
Υπογράφει:Μαρίλη Μποφίδου
Η αρχή της σεξεργασίας
H σεξουαλική εργασία έχει την τιμητική της σε κάθε κοινωνία, είτε με την άδεια είτε με την ανοχή της. Επίσημα, η σεξουαλική εργασία ξεκινάει την Βικτωριανή Εποχή, όταν εναντιώνεται στα χριστά ήθη της εποχής, σχετίζεται με την δημόσια υγεία και εξοβελίζεται από τον αστικό ιστό, χωρίς να εξαφανίζεται ως επάγγελμά.
Στο τέλος του 20ού αιώνα, στον απόηχο των κοινωνικών διεκδικήσεων του ’60-’70, δίνεται σε κοινωνικό βάθρο -επιτέλους- φωνή στις σεξεργάτριες. Η έξαρση του HIV κινητοποιεί τις εργαζόμενες στη βιομηχανία του σεξ να εκφράσουν δημόσιο λόγο για εργασιακά δικαιώματα και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Λίγο νωρίτερα -το 1972- στις ΗΠΑ, θα είναι οι σεξεργάτριες, μεταξύ άλλων, που θα κάνουν λόγο για την απλήρωτη γυναικεία εργασία στον εκάστοτε οίκο ανοχής. Λίγο πριν την στροφή του αιώνα, πληθαίνουν οι κουκκίδες στον χάρτη του ακτιβισμού: φεμινισμός, το μαύρο χρώμα στο δέρμα και τα ΛΟΑΤΚΙ.
Τα δύο μοντέλα
Για τον φιλελευθερισμό η σεξουαλική αυτοδιάθεση είναι ηθικά αδιάφορη, εφόσον καλύπτεται από την (ενήλικη) συναίνεση και δεν προκαλεί σωματικές βλάβες μεταξύ των διαφόρων μερών που λαμβάνουν μέρος, δηλαδή, δεν παραβιάζει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες εκατέρωθεν. Η αποποινικοποίηση της σεξεργασίας ταιριάζει με αυτό τον όρο, ειδικά στα πλαίσια μιας ελεύθερης κοινωνίας, χωρίς ταμπού και διακρίσεις, που καταλήγουν να στιγματίζουν απαρέγκλιτα τις σεξεργατρίες.
Στον αντίποδα, για τους πατερναλιστές η εμπορευματοποίηση της σεξουαλικής πράξης συνιστά μια ανεπίτρεπτη εκχώρηση του σώματος και παραβίαση της ανθρώπινης αξίας. Η συζήτηση για την σεξεργασία ξεκινά από το 1960-’70 στο πλαίσιο της ισότητας ευκαιριών, εργασιακών δικαιωμάτων και συνεχίζεται ως σήμερα. Στο όνομα της γυναικείας απελευθέρωσης, η σεξεργασία θεωρείται ως η επιτομή της ανδρικής κυριαρχίας.
Το βασικό επιχείρημα που προτάσσεται είναι ο έμφυλος χαρακτήρας του επαγγέλματος και το γεγονός ότι απασχολούν, κυρίως, γυναίκες .Το λεγόμενο Σουηδικό μοντέλο, θεωρεί ότι η ποινικοποίηση της σεξουαλικής εργασίας υπερασπίζεται την εκδιδόμενη ως θύμα, και καταδικάζει τον πελάτη ως, τρόπον τινά, βιαστή.
Το Ολλανδικό μοντέλο προτάσσει το δικαίωμα του ατόμου στον αυτοπροσδιορισμό του, ενώ προάγει την πλήρη αποποινικοποίηση της σεξεργασίας και την θέσπιση αυστηρών νόμων κατά του trafficking. Η ποινικοποίηση της σεξεργασίας θέτει την αστυνομία ως υπεύθυνη για την πάταξή της και την σύλληψη των υπευθύνων.
Οι νόμιμες προϋποθέσεις
Η ποινικοποίηση των πελατών στερεί την διαπραγματευτική ισχύ των εργαζομένων, καθώς η πελατεία μειώνεται, κάτι που τις οδηγεί στο να δέχονται πελάτες και πρακτικές που, υπό άλλες συνθήκες, θα απέρριπταν.
Η ποινικοποίηση τέτοιου τύπου συμφέρει περισσότερο τον πελάτη και λιγότερο την σεξεργάτρια, ενώ ευνοεί την παραβίαση των όρων και ορίων που έχει θέσει.
Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εργάζονται και ζουν οι σεξεργάτριες, τις καθιστούν πολύ πιο ευάλωτες στη βία, συμπεριλαμβανομένου και του βιασμού.
Αν όμως όλα είναι βιασμός, τότε είναι αδύνατον για μια σεξεργάτρια να αποδείξει ότι πράγματι υπέστη βιασμό ή κακοποίηση. Σύμφωνα με τους επικριτές της, η σεξεργασία είναι αυταπόδεικτα βιασμός. Αν, εξαρχής, αμφισβητείται η ικανότητά της να υπάρχουν όρια και κανόνες, μεταξύ εκείνης και του πελάτη, τότε η βία κανονικοποιείται, ενώ δίνεται πρόσφορο έδαφος για victim blaming.
Τι γίνεται με την Ελλάδα;
Οι νόμιμες προϋποθέσεις για την εκτέλεσή του επαγγέλματός στην Ελλάδα, είναι σχεδόν αδύνατες. Ενδεικτικά, να αναφέρουμε ότι για την χορήγηση αδείας, μέσω τοπικής αστυνομίας, η εργαζόμενη πρέπει να είναι άγαμη και να υποβάλλεται σε ιατρικές εξετάσεις κάθε δύο εβδομάδες, απαίτηση που βαραίνει οικονομικά και στιγματίζει κοινωνικά.
Σχετικά με τη λειτουργία οίκου ανοχής, αυτός πρέπει να είναι σε κτίριο ανεξάρτητο, μη διατηρητέο και με απόσταση 200μ. από ναούς, σχολεία, νηπιαγωγεία, φροντιστήρια, παιδικούς σταθμούς, νοσηλευτικά ιδρύματα, κέντρα νεότητας, αθλητικά κέντρα, οικοτροφεία, βιβλιοθήκες και ευαγή ιδρύματα, πλατείες, παιδικές χαρές. Με τόσες λίγες επιλογές ο οίκος θα χτιστεί, λογικά, στο σκοτεινό δάσος ή στον πλανήτη Άρη.
Με αυτές τις συνθήκες, εν μέσω πανδημίας, οι εργαζόμενες στο σεξ βρέθηκαν χωρίς επίδομα, χωρίς δυνατότητα ελεύθερης άσκησης στον δρόμο ή σε οίκο ανοχής, λόγω της μη μεριμνάς των μέτρων που έχουν επιβληθεί. Οι περισσότεροι δεν μπορούν να δουλέψουν, ούτε μπορούν να ζητήσουν το επίδομα των 800 ευρώ αφού αναγκαστικά δουλεύουν με μαύρα χρήματα. Οι απολύσεις τους δεν μπορούν να αναιρεθούν νομικά ούτε μπορούν να πάρουν αποζημίωση γιατί πολλοί οίκοι είναι παράνομοι.
Τι θέλουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι του σεξ
Σύμφωνα με το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών, το ισχύον νομικό πλαίσιο, πρέπει να αντικατασταθεί με ένα άλλο και να γίνει ως εξής:
α) Αστιγματισμός των προσώπων που ασκούν σεξουαλική εργασία.
β) Αποφυγή κάθε παρέμβασης στην ιδιωτική ή οικογενειακή ζωή του προσώπου.
γ) Αποποινικοποίηση της σεξουαλικής εργασίας και αντιμετώπισή της όπως κάθε άλλη εργασία, όταν αυτή επιλέγεται ελεύθερα και δεν είναι προϊόν καταναγκασμών, απειλών, βίας και trafficking.
δ) Εγκατάλειψη των παρωχημένων πρακτικών, των υποχρεωτικών υγειονομικών εξετάσεων, που αφενός επιτείνουν το στίγμα καθώς η διαιώνιση αυτών των πρακτικών σχηματοποιούν τη ρατσιστική υπόθεση, πως οι εργαζόμενες ή εργαζόμενοι στο σεξ είναι «ύποπτοι» μετάδοσης ασθενειών.
ε) Προστασία από τις διακρίσεις και τη βία, πλήρης ασφαλιστική & υγειονομική κάλυψη των εργαζομένων του σεξ.
Αυτό που ενοχλεί τις sex workers, είναι ότι το επάγγελμα είναι νομικά ακάλυπτο και κοινωνικά στιγματισμένο. Στην Ελλάδα το ζήτημα διχάζει τις φεμινιστικές οργανώσεις, και αυτό πρέπει να αλλάξει. Οφείλουμε να υποστηρίξουμε τις σεξεργάτριες και να ακούμε τις φωνές τους, χωρίς να προσπαθούμε με το ζόρι να τις θυματοποιηθούμε. Ακούστε τι λένε και τι ζητούν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι!