Από τότε που ξεκίνησα να παρακολουθώ σινεμά με σοβαρούς όρους, ένα είδος είχε την τιμητική του, και αυτό δεν ήταν άλλο από εκείνο των λεγόμενων «Gangster Movies». Και φυσικά η ταινία που λάτρεψα (όπως και πολλοί) είναι ο ΝΟΝΟΣ, που κατ’ εμε, αποτελεί το ιερό ευαγγέλιο των Gangster Movies .

Γράφει ο Γιάννης Χατζηιωαννίδης

Έτσι λοιπόν περίμενα πώς και πώς το «The Irishman». Για ευνόητους λόγους. Μάρτιν Σκορσέζε στο τιμόνι και Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Αλ Πατσίνο, Τζο Πέσι, Χάρβεϊ Καϊτέλ στο πανί. Τι άλλο να θέλεις; Και έτσι βρέθηκα στην πρεμιέρα της ταινίας στις αίθουσες και μάλιστα στην προβολή των 18.00. Δεν κρατιόμουν εν ολίγοις. Προσμονή και ενθουσιασμός για το καστ και το είδος της ταινίας. Και η προβολή ξεκίνησε.

Το 2002 ο ηλικιωμένος Φρανκ Σίραν, γκάνγκστερ και εκτελεστής της μαφίας, διηγείται την ιστορία του καθισμένος σε αναπηρικό καρότσι: μιλώντας στην κάμερα σε ένα άγνωστο πρόσωπο, εξηγεί πώς ο ίδιος, ένας βετεράνος Αμερικανός στρατιώτης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, άρχισε να δουλεύει μεταπολεμικά ως φορτηγατζής κάνοντας μικροαπατεωνιές.

Η τυχαία γνωριμία του με τον Ράσελ Μπαφαλίνο, υψηλόβαθμο στέλεχος της μαφίας, τον έχρισε δεξί του χέρι και τον οδήγησε στον πυρήνα του οργανωμένου εγκλήματος στη Φιλαδέλφεια και από εκεί στο πλευρό του Τζίμι Χόφα, επί χρόνια ισχυρού ηγέτη του εργατικού συνδικάτου με διασυνδέσεις… πλούσιες και ενδιαφέρουσες στο παρακράτος της μαφίας. Όσο περνούσε η ώρα, ο ενθουσιασμός μου έπεφτε σε σχέση πάντα με την προσμονή μου. Αργή πλοκή, χρονοβόρες σκηνές και ο Αλ Πατσίνο ( ένας από τους λατρεμένους μου) πολύ γερασμένος.

«Μια ταινία σαν τον “Ιρλανδό” αφορά το πώς μαθαίνει κανείς να πεθαίνει» είχε πει σε πρόσφατη συνέντευξή του σε μεγάλο αμερικανικό Μέσο ο Μάρτιν Σκορσέζε .

Απαθής, σοκαριστικά μεταμορφωμένος για τις ανάγκες της αφήγησης που μετακινείται ξανά και ξανά σε διαφορετικές χρονικές περιόδους , ο Ντε Νίρο είναι o έμπιστος Ιρλανδός στους κόλπους του μαφιόζικου συστήματος.

Είναι ένας γκάνγκστερ που δύσκολα αποκρυπτογραφείται μέχρι που στην τελευταία φάση της ζωής του γίνεται η προσωποποίηση της Ενοχής στο φάσμα του χριστιανικής καθολικής θρησκείας, ένας γέρος, φτιαγμένος όπως κάθε άνθρωπος από σάρκα και οστά. Σοκαριστικη η σκηνή που ο Ντε Νιρο ανήμπορος από το πέρασμα των χρόνων, με τις πατερίτσες στα χέρια δεν μπορεί να πάει στο μπάνιο.

Με εντυπωσίασε ο Τζο Πέσι, βραβευμένος με Όσκαρ β’ ανδρικού ρόλου για τα «Καλά Παιδιά», που υποδύεται τον Ράσελ Μπαφαλίνο. Είναι ο σκιώδης εξουσιαστής σε μια ερμηνεία-υπόδειγμα της υποκριτικής του. Πιστεύω πώς σώζει την ταινία, μαζί φυσικά με τον Ρόμπερτ Ντε Νιρο, που επί της ουσίας σηκώνει στις πλάτες του την ταινία.

Η ταινία είναι σταθμός από μόνη της στα χρονικά του Χόλιγουντ ως τόπος δημιουργικής συνάντησης των μεγαλύτερων ταλέντων που έβγαλε το αμερικανικό σινεμά εδώ και μισό αιώνα, αλλά και ως χαιρετισμός τελευταίος του δημιουργού της στο είδος του γκανγκστερικού δράματος το οποίο και τον καθιέρωσε. Όπως σημείωσα στην εισαγωγή μου, την περίμενα πολύ καλύτερη, χωρίς αυτό να σημαίνει πώς δεν είναι μια ταινία σταθμός στις Gangster Movies.

Και για να είναι μια ταινία Gangster Movie δεν πρέπει απλά να αφηγείται μια ιστορία όπου παίζουν ρόλο διάφοροι μαφιόζοι αλλά να επικεντρώνεται αποκλειστικά στον κόσμο τους, να «μιλάει» από τη δική τους σκοπιά, να κάνει κατάδυση στην καθημερινότητά τους. Για αυτό και για πολλούς το «The Irishman» ισως μοιάζει κουραστικό, αργό σε πλοκή και ισως βαρετό. Αμ έλα που δεν είναι. Είπαμε, η ταινία επικεντρώνεται αποκλειστικά στον κόσμο της μαφίας, και ως τέτοια πρέπει να την κρίνουμε. Υπό αυτή την έννοια, το “Irishman” μπορεί κανείς και να το δει σαν τη μαφιόζικη εποποιία του Σκορσέζε. Ειναι το αριστουργηματικό γκανγκστερικό ρέκβιεμ του Μάρτιν Σκορσέζε που αν με ρωτάτε αν πρέπει να την δείτε θα απαντήσω ξεκάθαρα ναι. Τέτοια συγκέντρωση “μυθων” δεν προϋπήρξε.