Η μηχανική κίνηση σε ένα ρολόι είναι μαγική να τη βλέπεις και να την ακούς, με το τικ-τακ στις 28.800 δονήσεις ανά ώρα και τα περισσότερα από 100 εξαρτήματα να έχουν τοποθετηθεί με ακρίβεια στο χέρι, από μερικούς από τους πιο άρτια εκπαιδευμένους τεχνίτες. Εκφράζει κάτι απολαυστικά αναχρονιστικό στη σύγχρονη εποχή, ίσως γι΄αυτό και η τιμή ενός υψηλής ποιότητας μηχανικού ελβετικού ρολογιού μπορεί να αγγίξει εκείνες ενός διαμερίσματος προς πώληση.
Παρά το γεγονός ότι τεχνίτες υπάρχουν και αλλού, πώς άραγε τα κατάφεραν οι Ελβετοί και ξεπέρασαν σε γνώση εκείνους του Λονδίνου, της Νέας Υόρκης και του Παρισιού; Αυτό αποδίδεται στην εφευρετικότητα του Daniel Jeanrichard (1665-1741), που επινόησε ένα σύστημα παραγωγής που ονόμασε établissage -ξεκίνησε στην περιοχή La Chaux-de-Fonds στα βουνά Ζουρά, που θεωρείται το επίκεντρο της ωρολογοποιίας και εκεί που βρίσκονται τα εργαστήρια των Tissot, TAG Heuer, Breitling, Cartier και αμέτρητων άλλων- και το οποίο επιβιώνει μέχρι σήμερα. Πρόκειται ουσιαστικά για τη δημιουργία ενός δικτύου ανεξάρτητων άκρως εξειδικευμένων εργαζομένων που παράγουν τα διάφορα μέρη των ρολογιών στο σπίτι τους, τα οποία στη συνέχεια συναρμολογούνται και πωλούνται στην αγορά.
Όπως εξηγεί ο Michel Golay, υπεύθυνος του μουσείου της Audemars Piguet: «Από το 1740 ως τις αρχές του 1800, οι αγρότες -εν μέρει-τεχνίτες, περπατούσαν ως τη Γενεύη κάθε άνοιξη για να πουλήσουν τους μηχανισμούς, που είχαν παράξει το χειμώνα». Σύντομα, οι αγρότες έμαθαν ότι μπορούσαν να βγάζουν περισσότερα χρήματα αν ολοκλήρωναν την κατασκευή του ρολογιού και την πουλούσαν στο όνομά τους. «Πολλοί σταμάτησαν την αγροτική ζωή, άρχισαν να φτιάχνουν ρολόγια, με τη βοήθεια των μελών των οικογενειών τους. Όσο βελτιωνόταν η τεχνική τους, τόσο αυξανόταν η φήμη τους».